Πέμπτη 29 Απριλίου 2010

ο φοίνικας του πύργου




οι φωτογραφίες είναι παλιές
τις βρήκα στο διαδύκτιο
ο φοίνικας δεν υπάρχει πια


.

Τετάρτη 21 Απριλίου 2010

Κυριακή 18 Απριλίου 2010

άνοιξη στα στροφάδια



18 απριλίου, παγκόσμια ημέρα πολιτιστικής κληρονομιάς

.

Σάββατο 17 Απριλίου 2010

μια πολύ καλή παράσταση


Το θεατρικό έργο “Ο Γενικός Γραμματέας” του Ηλία Καπετανάκη, παρουσιάζει, ο πολιτιστικός σύλλογος Σκουλικάδου, συνεχίζοντας και φέτος την πλούσια θεατρική του δραστηριότητα. Οι παραστάσεις δίνονται στο πολιτιστικό κέντρο του Δήμου Αρκαδίων στο Σαρακινάδο από την Παρασκευή 9 ως την Κυριακή 18 του μήνα εκτός Δευτέρας και Τρίτης και πρόκειται, για άλλη μία καθαρά ερασιτεχνική παραγωγή του συλλόγου, που δουλεύτηκε με επαγγελματισμό και μεράκι. Στο έργο παίζουν οι: Γ. Κεφαλληνός, Ε. Χασάπη, Α. Κακολύρη, Γ. Σεμιτέκολος, Δ. Καραγιαννοπούλου, Ε. Προδρομίτης, Α. Κόντζαλη, Π. Καποδίστριας-Κακλής, Ε. Δέλλιος, Δ.Π. Πλέσσας, Ν. Λούτας, Δ. Τσουκαλάς, Γ. Λευτάκης, Γ. Πύλιου, Δ.Α.Πλέσσας, Μ. Παπαδημητρίου, Γ. Δέλλιος και Γ. Βλασσόπουλος. Η σκηνοθεσία είναι του Μπάμπη Σιγούρου, με βοηθό τον Γιώργο Κεφαλληνό, τα σκηνικά του Γιάννη Μήλεση και τα κοστούμια της Μαριέττας Μαρούδα. Τη μουσική επιμελήθηκε η Διονυσία Σταμίρη και έπαιξαν ίδια (ακορντεόν) και οι: Γ. Μυλωνάς (βιολί), Σ. Μαυρομάτης (κιθάρα), Α. Αγαλιώτης, Γ. Λευτάκης, Γ. Πόθος, Ν. Σούλης-Μπερνάκης (κλαρίνα), Μ. Τσαούσης (κόντρα), Π. Κακολύρης (κρουστά), Α. Σταμίρης (μαντολίνο), Δ. Αγαλιανός (τρομπέτα). *

*το κείμενο είναι copy από τον ατσάραντο

.

Κυριακή 11 Απριλίου 2010

ΑΗ- ΛΥΠΙΟΣ : Η ΚΑΒΑΛΚΙΝΑ ΤΩΝ ΠΑΝΗΓΥΡΙΩΝ




«Εσπέρα του Μαγιού
βολτάρει στο Ψήλωμα
αλύπιος δήθεν».
π.Παναγιώτης Καποδίστριας «Εσπέρα Μαγιού»


Πολύ περίεργος Άγιος, αυτός ο Άη Λύπιος! Πρώτα απ’ όλα δεν είναι ένας αλλά …έξι. Όντως, η Ανατολική Ορθόδοξος Εκκλησία μας έχει δύο Αγίους Αλυπίους που γιορτάζουν στις 27 Μαίου και άλλους τρεις, οι οποίοι αναφέρονται ως επίσκοποι, Βυζαντίου, Καισαρείας και Ταγάστης, και έναν τελευταίο, τον επί πενήντα έτη Κιονίτη ή στηλίτη, του οποίου η μνήμη είναι στις 26 Νοεμβρίου. Δεν υπάρχουν δε, βιογραφικά στοιχεία για τους δύο πρώτους, ενώ για τους άλλους τέσσερις βρίσκονται ελάχιστα.
Περισσότερα υπάρχουν για έναν άλλον Αλύπιο, που δεν είναι μεν άγιος της Εκκλησίας, αλλά της …Μουσικής. Πρόκειται για Αρχαίο Αρμονικό Συγγραφέα, κάτι σαν θεωρητικό της Μουσικής. Επονομάζεται Βάκχειος, έζησε τον 3ο ή τον 4ο μΧ. Αιώνα. Μέχρι τις μέρες μας κατάφερε να φτάσει μόνο το έργο του «Μουσική Εισαγωγή», που δημοσιεύτηκε τον 17ο αιώνα, από όπου αντλούνται πολλές πολύτιμες πληροφορίες για ένα θέμα που δεν ξέρουμε πολλά, τη μουσική γραφή των αρχαίων Ελλήνων.
Και υπάρχει και ένας μάλλον γνωστός Αλύπιος, που κατάγεται από την Αντιόχεια, έζησε περίπου την ίδια εποχή με τον μουσικό, υπήρξε επιστήθιος φίλος του Ιουλιανού του Παραβάτη, τοποτηρητής του στη Βρετανία, ποιητής και γεωγράφος, που, όπως κι ο φίλος του ο αυτοκράτορας ήθελε να επαναφέρει στο κράτος τους αρχαίους θεσμούς και την παλαιά θρησκεία, καταργώντας δηλαδή το χριστιανισμό. Μάλιστα ο Ιουλιανός του ανέθεσε την ανοικοδόμηση του ναού του Σολομώντα.
Λέτε οι δύο Αλύπιοι, ο αρχαιολάτρης πασίγνωστος μουσικός και ο επιφανής αρχαιολάτρης ποιητής να γνωρίζονταν μεταξύ τους; Καθόλου απίθανο. Αν δεν συνυπήρξαν στην ζωή, επειδή για τον μουσικό δεν είναι σίγουρο ότι δεν είναι προγενέστερος, λόγω ακριβώς της αρχαιολατρίας τους, ο ένας θα ήξερε την ύπαρξη του άλλου.
Ως γνωστόν ο Ιουλιανός απέτυχε και οι χριστιανοί τον έδιωξαν κακήν κακώς, όπως και τους οπαδούς του. Σίγουρα διώχθηκε και ο φίλος, συνεργάτης και ομοϊδεάτης τους Αλύπιος, κι επίσης ο άλλος Αλύπιος ως θεωρητικός της «ειδωλολατρικής» μουσικής και μουσικός ο ίδιος και μάλιστα με βακχικές δραστηριότητες, όπως μαρτυρεί το όνομά του και όπως επέβαλε η δουλειά του. Αν ο τελευταίος δεν ζούσε, θα διώχθηκαν οι ιδέες του, τα γραπτά του και οι οπαδοί του μουσικοί.
Εννοείται πως όλοι οι οπαδοί του Ιουλιανού, του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού, των ξέφρενων βακχικών τελετών, του οράματος της κατάλυσης του κυρίαρχου πλέον Χριστιανισμού και της επαναφοράς του δωδεκάθεου, υπέκυψαν μόνο όσον αφορά στο σώμα τους. Και τι έγινε με το πνεύμα τους; Εκεί έκαναν ό,τι κάνουν οι πιστοί σε όλους τους λαούς, σε όλη την ιστορία της ανθρωπότητας. Κρύπτονται και μεταλλάσσουν την πίστη τους, χωρίς να την απαρνούνται. Είναι γνωστό ότι όλες σχεδόν οι θρησκείες του κόσμου έχουν έναν σωτήρα να γεννιέται 25 Δεκεμβρίου και να νικά το θάνατο την ίδια ακριβώς κινητή ημερομηνία που γιορτάζουμε εμείς το Πάσχα. Όπως είναι γνωστό ότι οι λαοί της λατινικής Αμερικής, που αναγκάστηκαν να γίνουν χριστιανοί από τους ισπανούς κατακτητές, είναι σήμερα φανατικοί καθολικοί και συγχρόνως κάνουν όλα τα βουντού και τις τελετές των παγανιστών προγόνων τους. Κάποτε με την πάροδο του χρόνου τα πιο παράταιρα λατρευτικά στοιχεία βρίσκουν τρόπο κι ενσωματώνονται στην κυρίαρχη της εποχής θρησκεία.
Δεν αποκλείεται λοιπόν οι πολλοί Άγιοι Αλύπιοι, έξι έφτασαν μέχρι τις μέρες μας, δεν ξέρουμε πόσοι ήταν πριν από δεκαέξι αιώνες, να επινοήθηκαν ακριβώς για να δημιουργηθούν υπολανθάνοντα ιερά, αρχικά των αρχαιολατρών αντιχριστιανών και στη συνέχεια των αρχαιολατρών χριστιανών.
Γιατί μη μου πείτε πως το πανηγύρι του Αη-Λύπιου στην Ζάκυνθο δεν έχει ουσιαστικές διαφορές από τα υπόλοιπα χριστιανικά πανηγύρια του νησιού; Είναι σχεδόν ένα ξεφάντωμα κυρίως για το λαό, ό,τι ήταν οι Καβαλκίνες στα ζακυνθινά καρναβάλια. Μόνο που το πανηγύρι αυτό είναι μοναδικό. Ιδού πως το περιγράφει στα τέλη του 19ου αιώνα, στο χρονικό του ο Ανδρέας Γαήτας: «Εις την πανήγυριν ταύτην από πρωίας σενέρρεον οι τε πολίται και πλείστοι όσοι χωρικοί, διήρχοντο δε την ημέραν εν χοροίς και άσμασι και εστιάσει και ευθυμία υπό τα δένδρα, εντός των σπαρτών και επί των πέριξ λόφων». Δεν μοιάζει και πολύ αυτό το πανηγύρι, όχι μόνο με τα ζακυνθινά πανηγύρια της χώρας, αλλά και των χωριών του νησιού. Η ομοιότητα όμως της περιγραφής με μια περιγραφή αρχαίας βουκολικής βακχικής γιορτής με τη συνοδεία αυλού προς τιμήν της Αφροδίτης ή της Δήμητρας είναι εντυπωσιακή! Πόσο μάλλον που το κυρίαρχο μουσικό όργανο σε αυτό το πανηγύρι ήταν τα «Νιάκαρα», δηλαδή το κατά Λ.Χ.Ζώη «βυζαντινόν ανάκαρα, είδος αγροτικού αυλού, του οποίου τους ήχους συνοδεύει τύμπανον, ταμπούρλο, αμφότερα καλούμενα “Ταμπουρλονιάκαρο”».
Σε αυτά θα πρέπει να προσθέσουμε το γεγονός ότι κατά τον Ντ. Κονόμο «είναι άγνωστο ως τώρα πότε πρωτοχτίστηκε εκεί» ο ναός του Αη- Λύπιου, και να σημειώσουμε ότι το όνομα Αλύπιος δεν απαντάται ως βαφτιστικό χριστιανικό όνομα. Επιπλέον ότι υπήρξε πάντοτε ένα μικρό και ταπεινό εκκλησάκι, και ότι, σαν να έπρεπε να υποβαθμισθεί η παρουσία του, κτίστηκαν σχεδόν κολλητά του δύο εκκλησίες, η Αγία Κυριακή και η Αγία Δυνατή, λες και δεν υπήρχε άπλετος χώρος να κτιστούν στην ευρύτερη περιοχή του Καλυτέρου. Επιπλέον ο ναός του ΄Αη-Λύπιου έφτασε σε μας να γιορτάζει, όχι στη μνήμη κάποιου από τους Αγίους Αλυπίους, αλλά σε εκείνη του παρακειμένού του ναού του Αγίου Θωμά. Πράγματι υπήρχε εκεί «ο αρχαίος ναός του Αγίου Θωμά» και η ομώνυμη μονή, όπως καταθέτει ο Ζώης μετά από έρευνα στο προσεισμικό Αρχειοφυλακείο Ζακύνθου. Κι αυτό συνεχίστηκε και αφού το μοναστήρι του Αγίου Θωμά εξέλιπε. Και είναι περίεργο που μετά τόσους αιώνες παράδοσης το πανηγύρι κράτησε το όνομα «του Αη-Λύπιου», παρότι γίνεται στη μνήμη του Αποστόλου Θωμά. Ποιοι ίδρυσαν το μοναστήρι του Αγίου Θωμά κανείς δεν ξέρει, ούτε πώς έγινε και στο μοναστήρι κτίστηκε παρεκκλήσιο του όχι γνωστού Αγίου Αλυπίου, ούτε πώς καθιερώθηκε την Κυριακή του Θωμά να μην εορτάζει ο παρακείμενος ναός του, αλλά το παρεκκλήσιο του Άη-Λύπιου.
Κι αν αναρωτηθούμε τι απέγινε ο αισθησιασμός της αρχαίας βουκολικής γιορτής, θα τον βρούμε κι αυτόν μεταλλαγμένο. Γράφει ο Γαήτας «Κατά την πανήγυριν ταύτην οι έχοντες επιβήτορας ίππους τους έφερον εκεί και τους εξέθετον ίνα τους ίδωσι οι έχοντες φορβάδας και εκλέξωσιν προς τινα εξ αυτών ώφειλον να φέρωσι τη φορβάδα των, ίνα επιτύχωσι καλά πουλάρια».
Όσο για πώς το όνομα άλλαξε από «Αη-Αλύπιος» σε «Αη-Λύπιος» εδώ η απάντηση είναι εύκολη. Έκαναν χασμωδία τα τρία φωνήεντα στη σειρά, τα δύο μάλιστα όμοια, στο γκιούστο αυτί των ζακυνθινών. Έκοψαν λοιπόν το ένα και ηρέμησαν.

Γνωρίζω ότι η έλλειψη ιστορικών στοιχείων τροφοδοτεί την …ιστορική φαντασία. Όπως επίσης θεωρώ το φανταστικό εν πολλοίς ιστορικό αυτό ταξίδι γοητευτικό. Όχι μόνο ως προσπάθεια επανανάγνωσης της τοπικής ιστορίας, αλλά κι ως πρόταση προς τους ιστορικούς, τους επιστήμονες, όχι στους αυτοσχέδιους όπως εγώ, να κοιτάξουν κι αυτήν την πλευρά.
΄Όπως και να ‘χει όμως η ιστορική πραγματικότητα, είναι γεγονός ότι ο Άη-Λύπιος διασώθηκε, πέρα από την τοπική παράδοση, και στην ιστορία της Λογοτεχνίας μέσα από τη «Γυναίκα της Ζάκυθος» του Διονυσίου Σολωμού. Και θυμάμαι, πριν από μερικά χρόνια, σε ένα Διεθνές Συνέδριο που διοργάνωναν στο Έτος Σολωμού το Υπουργείο Πολιτισμού και το Περιοδικό Περίπλους τη λαχτάρα που περίμεναν οι σύνεδροι από όλον τον κόσμο να τους πάμε στον Άη-Λύπιο, να δουν τον τόπο έμπνευσης του ποιητή. Κανείς δεν ξέρει γιατί επέλεξε ο Σολωμός αυτό το ταπεινό εκκλησάκι για να το διασώσει στο σημαντικότερο από τα έργα του. Ίσως επειδή ανήκε στην οικογένεια Λεονταράκη, ο σύγχρονός γόνος της οποίας αποτέλεσε την πηγή της δυστυχίας της ζωής του, αναγκάζοντάς τον να τρέχει τη μάνα του στα δικαστήρια. Ίσως να διαπίστωσε κι αυτός, όπως όλοι μας, τις παράξενες ιστορικές διαστάσεις της μικρής αυτής εκκλησίας.
Στη σημερινή εποχή της «ευημερίας», λοιπόν, φτάσαμε να προβληματιζόμαστε αν πρέπει να σωθεί ή όχι ο Άη- Λύπιος. Λες και θέλει και ρώτημα. Λες και δεν υπάρχουν οι πόροι. Άλλο δεν υπάρχει: Οι άνθρωποι. Οι ζακυνθινοί.
ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΒΙΤΣΟΣ

Σάββατο 10 Απριλίου 2010

Οι περίπατοι του Σολωμού





Οι φυσικές ομορφιές της Ζακύνθου δεν άφησαν ασυγκίνητο τον Εθνικό μας Ποιητή.
Καταγράφηκαν και συμπεριελήφθησαν στην ποιητική του δημιουργία, είτε με αναφορές συγκεκριμένες, είτε και σαν περιβάλλων χώρος αναγκαίος για να αποτελέσει τον καμβά του έργου του.
Βέβαιο είναι ότι ο Ποιητής περιδιάβαινε στους χώρους και εισέπραττε τις όποιες επιρροές των Ζακυνθινών τοπίων «όπου δεν έλειψε ποτέ λουλούδι και πουλάκι», και οι φωτοσκιάσεις, και τα λογής–λογής χρώματα του έδιναν ποικίλα ερεθίσματα για ιδέες και σκέψεις σε συνδυασμό βέβαια και με την κοινωνικοπολιτική κατάσταση που επικρατούσε τότε.
Είχε ιδιαίτερα αναπτυγμένη φυσιολατρική συνείδηση και θεωρούσε τον άνθρωπο δεμένο με τη Φύση.
Το βουνό Σκοπός, με την παράξενη Τούρλα του, το προάστιο Αργάσι, το ακρωτήρι του Νταβία, ο Λόφος Στράνη, το προάστιο Μπόχαλη, το Κάστρο, το Καλλητέρο, η Θάλασσα, τα ρεπάρα, οι ακρογιαλιές, οι βαρκάδες με τους φίλους, η Φανερωμένη, ο Ναός της Αγίας Τριάδας, αποτέλεσαν τα αίτια και τις αφορμές για να αποθανατιστούν από την πένα του.
Ας ανατρέξουμε στα πιο χαρακτηριστικά ποιήματα και πεζά του ποιητή.
Ας δούμε πώς αναφέρεται στην ανάδυση του νησιού της Ζακύνθου από τη θάλασσα στο ιταλόγλωσσο σονέτο «L’ ISOLA DEL ZANTE»

ΤΟ ΝΗΣΙ ΤΗΣ ΖΑΚΥΝΘΟΥ
Χαμογέλασε η Φύση, και να, προβάλλει η Ζάκυθο
απ’ την όμορφη αγκάλη των κυμάτων, να με στεφάνια
από μυρτιές στην κόμη κατεβαίνουν αιθέρια πνεύματα,
που ξέφυγαν απ’ τον κεστό της Αφροδίτης.

Την κάθε της γωνιά θαρρείς τη ζώνει η ομορφιά, γιατί
μ’ εκείνο τ’ όμορφο χαμόγελο δεν πρόβαλαν εδώ μαύ-
ρες και τραχιές ράχες, ως τα βράχια έχουν τ’ από-
γκρεμά τους στολισμένα με χορτάρι.

Γείρανε τα λαγκάδια, ψηλώσαν το κεφάλι τα βουνά,
και σε στρώμα από τριαντάφυλλα κι αμάραντους,
μουρμουριστά κυλούσαν τα νερά τους οι πηγές.

Στερνά πρόβαλε ο Έλατος, για να μπορεί το μάτι
από ψηλά, αγναντεύοντας πέρα του κάμπου τον μαντύα,
να βλέπει τι μπορεί και κάνει η Φύση.

Το Σκοπό ή Έλατο τον αναφέρει, και στο στιχούργημα «Η Ωδή εις τη Σελήνη» και στο «Ο Έπαινος του λόφου του Σκοπού». Το ίδιο βουνό ανιχνεύουμε, στο ποίημα «Η Αγνώριστη».
Ο κόλπος του Αργασίου ανιχνεύεται… στο επίγραμμα «Η Γαλήνη».
Ο Λόφος Στράνη και η Μπόχαλη συνδέονται με τον «Ύμνο εις την Ελευθερία», τους «Ελεύθερους Πολιορκημένους», και τη «Γυναίκα της Ζάκυθος».
Ο Άγιος Λύπιος εις τον Καλλητέρο, αποτελεί το έναυσμα του σκηνικού για τη «Γυναίκα της Ζάκυθος».
Το ακρωτήρι του Νταβία, αναφέρεται στο Ιταλόγλωσσο στιχούργημα, «Για μια βρύση πάνω από τη θάλασσα στου Νταβία», και στο άλλο επίσης Ιταλόγλωσσο στιχούργημα, «Για ένα χαριτωμένο μέρος, πάλι στου Νταβία, όπου παιδί πήγαινε ο Ποιητής».
Ο ναός της Φανερωμένης, στο σατιρικό το «Όνειρο».
Ο ναός της Αγίας Τριάδας, στο σονέτο «Στον Ευγ. Κυρ. Ιππότη Παύλο κόντε Μερκάτη φίλο του Ποιητή», που γράφτηκε όταν μια ημέρα βολτάριζαν μαζί στην περιοχή.
Αλλά και σε άλλα ποιήματά του, ιδιαίτερα στα ιταλόγλωσσα σονέτα του, καταγράφονται εικόνες που ο Ποιητής είχε αντικρίσει στους περιπάτους του.
Ακόμα δεν πρέπει να διαφεύγει ότι δεχόταν επιρροές και από την κοινωνικοπολιτική δραστηριότητά του, τους αγώνες των αγωνιστών, τις συναναστροφές, τους εκκλησιασμούς, τις πανηγύρεις και την ενημέρωσή του από τον τύπο της εποχής.
Αλλά και τα πολυάριθμα βιβλία, που αφομοίωσε σαν σπουδαστής και στη συνέχεια σα μελετητής της γλώσσας και των ιδεών των Αρχαίων Ελλήνων, των Λατίνων ποιητών, των Ευρωπαίων κλασικών, αλλά και των δημοτικών τραγουδιών μας.
Ακόμα επιρροές εντοπίζονται από τα επικά κρητικά μυθιστορήματα, τα θρησκευτικά δράματα και τα ελεγειακά ποιήματα, την Αγία Γραφή, τους πατέρες της εκκλησίας, την εκκλησιαστική υμνολογία και τη μυθολογία τους προ της Επανάστασης Ποιητές.

Τι σήμερα έχει μείνει όμως από τους τόπους όπου περπάτησε ο Ποιητής;
Τι εικόνα παρουσιάζει ο Σκοπός για τον οποίο έγραψε: «…Εδώ σου ανοίγονται της φύσης όλες οι ομορφιές, έτσι που ξαστοχάω ακόμα και τα Ηλύσια εγώ ο Πλίνιος. Τόση στα μάτια μου έχει αξία για την ομορφιά της». Ενθουσιασμένος ο Σολωμός από τη δύναμη της Φύσης μας λέει ότι δεν μπορεί να συγκριθεί το τοπίο ούτε με τα «Ηλύσια πεδία της Αθανασίας». Τόση ομορφιά επικρατεί εδώ.
Και σήμερα αλήθεια τι; Τι μας θυμίζει το Σκοπό και την ιστορία του; Δυστυχώς η εικόνα του έχει αλλοιωθεί καταστροφικά. Δυστυχώς δεν υπάρχει ρεμέντιο για το πολυτραγουδισμένο βουνό, σημείο αναφοράς και άλλων, νεώτερων του Σολωμού δημιουργών.
Ας κοιτάξουμε το Αργάσι. Τι να πούμε για το αλλοτινό όμορφο προάστιο, προσφιλέστατο περίπατο αμέτρητων, παλαιότερα, Ζακυνθινών;
Τι έχει απομείνει σήμερα; Μέχρι και η σπιάντσα του έχει καταπατηθεί. Το κτήμα του Δομενεγίνη έχει αλλοτριωθεί, ο ιστορικός Πύργος του Αναδαλή, το Διαλόσπιτο των Φιλικών, καρικατούρα αναπαλαίωσης και μνημείο εγκατάλειψης. Η παρακείμενη του πύργου βρύση, «Η βρύση πάνω από τη θάλασσα του Νταβία», βουβή, χωρίς νερό και ασφυκτικά καταπλακωμένη από κατασκευές με μπετό. Αν επιμείνεις και την αναζητήσεις, θα εντοπίσεις την καλοδουλεμένη πέτρινη κατασκευή και θα πληγωθείς από την αδιαφορία που επικρατεί. Αν βρισκόταν σε κάποια άλλη επικράτεια που οι πολίτες της έχουν μυαλό και σέβονται την ιστορία τους, σίγουρα θα την είχαν αποκαταστήσει και προβάλλει ανάλογα.
Ο Γρηγόρης Ξενόπουλος στο μυθιστόρημά του «Ρηγγίνα Λέζα», βάζει το Σολωμό να επισκέπτεται με τον Τζώρτζη Δρόγγα μια νύχτα, τον Πύργο και πλησιάζοντας να συνομιλούν. «… «Έχει κόσμο» θάλεγες πάντα … Ά, τι κόσμο! Και με ποίο σκοπό!… Τζώρτζη, απ’ αυτό το ερημικό, το παραθαλάσσιο ζακυθινό σπίτι βγήκε η ελληνική Ελευθερία! Εδώ – μέσα γεννήθηκε η Επανάσταση! …Πίσω από τα φωτισμένα εκείνα παραθύρια, μαζεύουνταν μυστικά και τα σχεδίαζαν οι αρχηγοί… Εδώ έφταναν καθεμέρα απ’ το Μοριά, από τη Ρούμελη, απ’ τα Νησιά… Πολλές φορές ξεμπαρκάρουνται εδώ κρυφά, και πάλι μπαρκάρουνται από εδώ… Και ποιος δεν ήρθε από κείνους που ακούγονται σήμερα και δοξάζουνται για τα κατορθώματά τους, στη στεριά και στη θάλασσα!… Ήταν το στρατηγείο του μεγάλου Κολοκοτρώνη! Και του Πετιμεζά, και του Νικηταρά, και του Αναγνωσταρά και άλλων… Η ψυχή, η καρδιά της Ελλάδας όλης, εκεί μέσα!… Αν η Ζάκυθο δεν τύχαινε λεύτερη από Τούρκους, κι’ οι Ζακυθινοί δεν ήταν τόσο θερμοί πατριώτες, ίσως, θ’ αργούσε ακόμα να σημάνει η ώρα του αγώνα. Μα ο αγώνας δεν τελείωσε ακόμα, μόλις έχει αρχίσει. Και το ευλογημένο αυτό σπίτι εξακολουθεί να κάνει ό,τι έκανε, όταν ήταν εδώ κι’ ο Κολοκοτρώνης…».
Αν ήταν δυνατόν ταξιδεύοντας στο χρόνο, να βρεθούμε στον Λόφο του Στράνη αγαπημένο μέρος στοχασμού και δημιουργίας του, εκείνη την εποχή, ίσως και να βλέπαμε τον εικοσιτριάχρονο Σολωμό, όπως τον φαντάστηκε ο Γρηγόρης Ξενόπουλος, «... ντυμένο πολύ σοβαρά για νέο με μαύρα ρούχα, άσπρη τραχηλιά, άσπρη γραβάτα, άσπρα γάντια, κανένα χτυπητό χρώμα, κανένα φανταχτερό στολίδι και τ’ ωραίο του πρόσωπο έδειχνε μια πρώιμη ωριμότητα κι’ εμβρίθεια. Τα μάτια του προπάντων – τόσο σκούρα γαλανά ώστε να φαίνονται μαύρα – και το μεγάλο του μέτωπο, όπου τ’ ανασηκωμένα μαλλιά, κι’ αυτά τόσο σκούρα καστανά ώστε να φαίνονται μαύρα, έδιναν στη φυσιογνωμία του την πνευματική εκείνη έκφραση που τον ξεχώριζε απ’ όλους τους νέους της τάξης του στο τόπο. Από το σύνολό του αναδινόταν μια μεγάλη ευγένεια. Μα κι’ αυστηρότητα, χρηστότητα και καλοσύνη».
Το Λόφο τραγούδησε μεταγενέστερα ο Κωστής Παλαμάς στο ποίημα «Ζάκυνθος», που αφιέρωσε το 1927, στη Μαριέττα Γιαννοπούλου-Μινώτου:
«… Από ένα ψήλωμα – ξεχάνω τ’ όνομά του πιά –
σα χώρα επαγγελτή ξαγνάντεψα την εξοχή της,
του πράσινου μεθύσι και χαροκοπιά,
μόσκος τ’ αγέρι της και μόσκος και η πνοή της».
Πώς τον έχουμε καταντήσει σήμερα; Κάποτε είχα αναρωτηθεί πως αν τον έβλεπε έτσι ο Ποιητής δεν θα ξαναπερνούσε από εκεί. Ποιος να μας το πει όμως;
Η Μπόχαλη, το πανέμορφο προάστιο, με τις διάχυτες ευωδιές από τους λεμονανθούς, τα νερατζάνθια, τις μεσπολιές και τα ολόμπλαβα γιούλια, που καλλιεργούσαν και πούλαγαν σε ματζέτα, όπως και τα ευωδιαστά τζατζαμίνια που τα πούλαγαν σε κιόκιες. Μπαλκόνι, απ’ όπου το μάτι απλώνεται ερευνητικά κοιτάζοντας στεριές και θάλασσες. Εκεί που ο Γρηγόρης Ξενόπουλος βάζει τον Ποιητή να ζει τον έρωτα με τη Ρηγγίνα Λέζα, και να επεξεργάζεται στιχουργώντας τον Ύμνο, στο ομώνυμο μυθιστόρημά του, και στο οποίο σκιαγραφεί ζωντανά και παραστατικά την εποχή και τους ανθρώπους που κινήθηκαν γύρω από το Διονύσιο Σολωμό.
Πόσο όμως και αυτή έχει κακοποιηθεί από τους σημερινούς νεοζακυνθινούς;
Ο Άγιος Λύπιος στο Καλλητέρο, ένα άλλο μαγευτικό και μυστηριακό τοπίο, καταφύγιο του ευαίσθητου ποιητή, ικανό να τον εμπνεύσει στη συγγραφή της Γυναίκας της Ζάκυθος, το πεζογράφημα που περιλαμβάνει τα πολλά και σημαντικά που ορίζουν τη ζωή και τις αλήθειες του κόσμου, και που μόνο ο Σολωμός μπορεί και παρουσιάζει τόσο παραστατικά με τα κείμενά του, και που το χαρακτηρίζει ο ρεαλισμός, η σάτιρα, το δίκαιο και η ηθική.
Τι έμεινε σήμερα για μας από το τοπίο; Αλλά και από το πανηγύρι της Κυριακής του Θωμά με τα ψητά αρνιά, τα παστέλια, τις φριτούρες και τα ταμπουρλονιάκαρα; Και τους Ζακυνθινούς που κάθονταν παρέες–παρέες κάτω από τις αιωνόβιες ελιές, να φιρίρουν κόκκινα βαμμένα αυγά, να τρώνε χοιρομέρι και κρέας από τα ψητά αρνιά, και να πίνουν γλυκόπιοτη βερντέα σιγοτραγουδώντας, και επιστρέφοντας για τα σπίτια τους να παίρνουν φαουλάρικα λεμόνια από το Μετόχι του Αγίου;
Ο ναός της Παναγίας της Φανερωμένης σήμερα είναι η μοναδική προσπάθεια ζωντανέματος και ανακατασκευής ναού στην ίδια περιοχή όπου και ο προσεισμικός και κατ’ επέκταση πανομοιότυπος με εκείνον στα χρόνια του Σολωμού.
Ο ναός της Αγίας Τριάδας τελείως όμως διαφορετικός αλλά και σε άλλο χώρο, δεν έχει κάτι που να τον συνδέει εξωτερικά τουλάχιστο με όσα καταγράφει ο Σολωμός στο σονέτο του για τον Παύλο κόντε Μερκάτη στην αναζήτηση της συζήτησης που αναμένει να κάνει με το φίλο του. Γιατί σήμερα δεν υπάρχει ο
«Ανάλαφρος ψιθυρισμός τρυφερής χλωρασιάς, που σκε-
πάζει τους τοίχους του όμορφου ναού, και του ρυακιού
μουρμούρισμα, που κυλά ψηλάθε απ’ τη ραχούλα και τη
δροσίζει, …», όπως στιχούργησε τότε.
Τι όμως μένει σήμερα να κάνουμε;
Πώς αξιολογούμε τον τόπο μας, τις φυσικές του ομορφιές, το περιβάλλον, που η τύχη μας έδωσε τη δυνατότητα να ζήσουμε;
Τι θ’ αφήσουμε σ’ όλους όσους θ’ ακολουθήσουν;
Αξίζει να αξιολογήσουμε τα έχεια μας μετρώντας τα τετραγωνικά των οικοδομών, απαριθμώντας πισίνες, ακριβά τροχοφόρα, ταχύπλοα φουσκωτά;
Να γινόμαστε σκλάβοι του κακώς εννοουμένου ευδαιμονισμού;
Μήπως θα πρέπει να ευαισθητοποιηθούμε ώστε να κρατήσουμε ό,τι ακόμα μπορεί να διασωθεί, και να δώσουμε τη δυνατότητα να βρεθούν οι νέοι ποιητές, οι νέοι λογοτέχνες που θα υμνήσουν την ομορφιά του νησιού μας;


Απρίλης 2006
Γιάννης Δεμέτης

Παρασκευή 9 Απριλίου 2010

Στον Άι Λύπιο της Χαράς;




Νια Παρασκευή
κι ο Σολωμός θεάται
στο Κοιμητήρι.



Φαρμακωμένες
ψυχούλες τρεμάμενες
ψίχαλα του Ύμνου.



Εσπέρα Μαγιού
βολτάρει στο Ψήλωμα
αλύπιος δήθεν.


π. ΠΑΝΑΓΙΏΤΗΣ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ, απόσπασμα από το ποίημα «Εσπέρα Μαγιού»,
βλ. ποιητική συλλογή «Ενύπνιο μετά τρούλλου», εκδ. Μπάστα, 1999, σ.31






Πού θα σε βγάλει ο Σπαραγμός;
Στον Άι Λύπιο της Χαράς;
Στο τέλειο;
ή στην τελεία;
Στα Τρία Πηγάδια μήπως της Οργής;

Δόξα τω Θεώ
δεν έχεις δάκτυλα μήτε για τον σταυρό σου
πλην δακτυλοδεικτούμενος
όσο για οφθαλμούς
άκου να δεις:

Λίγες που μας απόμειναν ακήδευτες αγάπες
εύφορο κοιμητήριο εκζητούν
το χώμα της Ποίησης έστω
ν’ απιθώσουν εκεί
το έαρ του φθινοπώρου τους

πάνδημο το Τυχαίο αναπτύσσει τραχύτητα
στίχοι παραλογίζονται ολοένα
και με το δίκιο τους

χρόνος αντίθεος
βγάνει χαιρέκακα τα μάτια των αγίων σου
απ’ τα τοιχία της Νοσταλγίας.


Απόσπασμα από το ποίημα «Ο Σολωμός εκ νέου»,
βλ. ποιητική συλλογή «Mater Dolorosa», εκδ. δίγαμμα, 2005, σ. 41


.

Πέμπτη 8 Απριλίου 2010

Μια «συνάντηση» στον Άγιο Λύπιο




Κ’ εδώ, τραβώντας κάποιος για το Καλητέρο και το μετόχι του Αγίου, φίλος-προσκυνητής απλός της Φύσης, της Ποίησης και των (όποιων) πνευμάτων, φέρνει στον νου και στην καρδιά τη μορφή (το «προσωπείο») και τον λόγο, τον θαυμαστά λυρικοσατιρικό, του Διονυσίου Σολωμού, του αυστηρού κριτή-ιδεαλιστή κ’ αισθαντικού «εγκάτοικου» στο πάλλευκο ξωκλήσι του Αγίου Λύπιου, έχοντας αθανατίσει τον χώρο ή το τοπίο του ως «σημείο» υποβλητικό, ρεαλιστικής και συμβολικής σημασίας ή διάστασης.
Και «συναντάμε» τον Ποιητή της Φαρμακωμένης και των Ελεύθερων Πολιορκημένων και τον ακούμε καθαρά να ονοματίζει της «αλυπίας» τον Άγιο τρεις φορές (όχι τυχαία) στο πρώτο κεφάλαιο της περίτεχνης Γυναίκας της Ζάκυθος, γράφοντας τα εξής:
«Εγώ Διονύσιος Ιερομόναχος, εγκάτοικος στο ξωκλήσι του Αγίου Λύπιου, είπα να περιγράψω ό,τι στοχάζουμαι λέγω:
Ό,τι εγύριζα από το μοναστήρι του Αγίου Διονυσίου, όπου είχα πάει για να μιλήσω με έναν καλόγερο για κάτι υπόθεσες ψυχικές,
Και ήτανε καλοκαίρι, και ήταν η ώρα οπού θολώνουνε τα νερά, και είχα φθάσει στα Τρία πηγάδια, και ήταν εκεί τριγύρου η γη όλο νερά […]

2. Και είδα πως ελάμπανε από πάνου μου όλα τ’ άστρα, και εξάνοιξα την Αλετροπόδα, οπού με ευφραίνει πολύ.
Και εβιάστηκα να κινήσω για το ξωκλήσι του Αγίου Λύπιου, γιατί είδα πως εχασομέρησα, και ήθελα να φθάσω για να περιγράψω τη γυναίκα της Ζάκυθος.

3. Έτσι εγώ έφθασα στο κελί του Αγίου Λύπιου παρηγορημένος από τες μυρωδίες του κάμπου, από τα γλυκότρεχα νερά και από τον αστρόβολον ουρανό, ο οποίος εφαινότουνα αποπάνου από το κεφάλι μου μία Ανάσταση.»
~•~

ΕΤΣΙ, μυστήρια και άρρηκτα, δένονται η ομορφιά, η αρμονία και η υποβλητική απλότητα του γύρω από τον Άγιο Λύπιο χώρου με το πνεύμα και την ψυχή, με τον «κόσμο» του μοναχικού και άγρυπνου Διονυσίου Σολωμού, με τον απέριττο (βιβλικής χροιάς) εξομολογητικό και καταγγελτικό του λόγο στη διαχρονικά «παρούσα» Γυναίκα της Ζάκυθος. Μ’ έναν τρόπο δηλ., που συνδυάζει ή συσχετίζει καίρια και εκφραστικά το θρησκευτικο-πατριωτικό στοιχείο με το έντονα φυσιολατρικό, το εξωτερικό-αντικειμενικό με το ατομικό-διαπροσωπικό, το ρεαλιστικό με το ψυχοπνευματικό (μεταφυσικό). Και ακόμη, το στοιχείο της αναζήτησης ή της διαπίστωσης του Δίκαιου και του Άδικου, της Ομορφιάς και της Ασχήμιας, της Καλοσύνης και της Κακίας, του υλικού και του άυλου, του αγγελικού και του διαβολικού κ.λ.π.
Και όλ’ αυτά, για να φανερωθεί από τον ανθρωπογνώστη και μύστη-Ποιητή η αλήθεια για τις πληγές και για τα θαύματα του κόσμου, καθώς και η παρήγορη μεταμορφωτική-αναστατική δύναμη της ζωής και της ύπαρξης, ακόμη και μέσα από ένα μικρής έκτασης μα γραφικό κ’ ελκυστικό τοπίο ή κομμάτι γης ζακυνθινής). Αυτό, που μπορεί για πολλούς να συνδέεται με το εκεί λαϊκό πανηγύρι της Κυριακής του Θωμά (ευχάριστο σε καιρούς αλλοτινούς αλλά παρακμασμένο -όπως τόσα και τόσα- στην αλλοτριωτική εποχή μας), μα που χάρη στον εμπνευσμένο και ηδύσημο λόγο του Σολωμού παραμένει εσαεί και σημείο αναφοράς για τη αίσθηση μίας Ανάστασης, βασισμένης στον σεβασμό προς τις ανθρώπινες αξίες και τα δωρήματα της φύσης. Αυτά ακριβώς, που παρηγόρησαν, σε ώρες λύπης περισσής, και τον Ιερομόναχο Διονύσιο (Σολωμό) στο ξωκλήσι ή στο κελί του Αγίου Λύπιου, σ’ ένα τοπίο αναγεννησιακής ή ρομαντικής απεικόνισης, όπως τότε ο Ποιητής το «είδε» και το έζησε (σαν μια «υπόθεση ψυχική» κι αυτό), με «μυρωδίες του κάμπου», με «γλυκότρεχα νερά» και «αστρόβολον ουρανό».

ΜΑΚΑΡΙ κ’ εμείς -και οι επόμενοι- να δούμε και να νιώσουμε, μέσα από την προσπάθεια και τη «συνάντηση» κάποιων σύγχρονων ρομαντικών για αναβίωση ενός ιστορικού πανηγυριού, εκεί στο Καλητέρο και στα λιόφυτα του Άι-Λύπιου, να επιβιώνει -και να παρηγορεί βαθύτερα- «κάτι», λίγο έστω, από αυτήν την ομορφιά της Φύσης, από τ’ ανθεκτικά και ανόθευτα του λαού μας στοιχεία κι από τα «μιλήματα» των Ποιητών μας, όπως αυτά τ’ ανεπανάληπτα του θαυμαστού ή του θαυματουργού «εγκάτοικου» και οραματιστή, στον κάποτε τόσο «ζωντανό» Άγιο Λύπιο, Διονυσίου Σολωμού.

ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΣΕΡΡΑΣ
Απρίλης 2006


.

Τετάρτη 7 Απριλίου 2010

...



στο μαγευτικό ελαιώνα του αγίου λύπιου (έτσι γράφει η πρόσκληση σε event στο facebook), θα μαζευτούν πολλοί φέτος, κυρίως νέοι και νέες, την κυριακή του θωμά

γονείς που ονειρεύονται για τα παιδιά τους, θα τα πάρουν μαζί να στρώσουν κατάχαμα το γιορτινό τραπέζι, πάνω στα αγριολούλουδα, στη σκιά των πελώριων ελαιόδεντρων που επιβίωσαν (φωναχτή παραφωνία) στο τσιμεντοκρατούμενο πρώην φιόρο του λεβάντε

ποιος το επιτρέπει; να κοπούνε άμεσα, χαλάει η ομοιομορφία του τοπίου!

θα έρθουνε και παλιοί να θυμηθούν τη μόνη τους πατρίδα, την παιδική τους ηλικία

σε μια σκιά των περίεργων δέντρων ο Ποιητής κουβεντιάζει με έναν ιερωμένο

τα παι διά τριγύρω, οι νέες και οι νέοι τον κάνουν χαρούμενο

οι μπετονιέρες που πλησιάζουνε απειλητικά τον τρομάζουν



.

Δευτέρα 5 Απριλίου 2010

...



παραμονή της λαμπρής κατά το σούρουπο πάλευα να βάλω ένα μικρό προβολέα να φωτίζει το καμπαναριό του αγίου λύπιου - την άλλη κυριακή είναι το πανηγύρι
δε μπορούσα να φτάσω εκεί που ήθελα - ανέβηκα σε μια καρέκλα που μόλις πατούσε στη στενή ξερολιθιά πάνω από το γκρεμό – εδω και μερικές εβδομάδες έχω κάτι ιλίγγους - με αυτά τα πράγματα δεν παίζεις μόνος σε μια ερημιά
κάποιοι πιστεύουν πως κάθε άνθρωπος έχει το φύλακα άγγελό του
η αντρική φιγούρα που είδα με την άκρη του ματιού μου να κρατάει σταθερή την καρέκλα δεν έμοιαζε άγγελος - είχε αραιά, κάπως φουντωτά γκρίζα μαλλιά και φορούσε ένα μακρύ μαύρο πανωφόρι - γιακάς λευκός, σίγουρα άλλης εποχής
είχε ακόμα φώς από το ηλιοβασίλεμα όταν τελείωσα το ακροβατικό μου - πατούσα πια σε στέρεο έδαφος - είδα κάποιον να με παρατηρεί από εκεί που το μονοπάτι στρίβει και χάνεται στα τεράστια πουρνάρια - είμαι σίγουρος, κατάλαβα ποιος ήταν - μου κόπηκε η αναπνοή – χαμογέλασε, γύρισε, κατηφόρησε προς τον κάμπο



.

Κυριακή 4 Απριλίου 2010

η ημέρα της λαμπρής


The Resurrection. Piero della Francesca.


Καθαρότατον ήλιο επρομηνούσε
της αυγής το δροσάτο ύστερο αστέρι,
σύγνεφο, καταχνιά, δεν απερνούσε
τ' ουρανού σε κανένα από τα μέρη·
και από κει κινημένο αργοφυσούσε
τόσο γλυκό στο πρόσωπο τ' αέρι,
που λες και λέει μες στης καρδιάς τα φύλλα:
"Γλυκειά η ζωή κι ο θάνατος μαυρίλα".


Διον. Σολωμός. Ο Λάμπρος. H Ημέρα της Λαμπρής 1. (από τα Ποιήματα και Πεζά, Στιγμή 1994)



.

Πέμπτη 1 Απριλίου 2010

όλα στα κάρβουνα



μεγαλοβδόμαδο στο φιόρο του λεβάντε, οι ζακυθινοί κάνουν τις τελευταίες ετοιμασίες για το γιορτινό τραπέζι, παντού μπορείς να αγοράσεις τα αξεσουάρ για το ψήσιμο του οβελία - η φωτογραφία από τσι μέσα μερίες - οι ελληνάρες τουρίστες (μόνο τέτοιοι επισκέπτονται πλέον την πατρίδα του σολωμού και του κάλβου) θα βρούνε αυτό που τρώνε και στα σπίτια τους, οι ντόπιοι θα κατεβάσουνε τα βρακιά τους -όπως γράφει (αν θυμάμαι καλά) σε μια επιστολή στο φίλο του μπόμπη σάρτζιντ ο κονόμος, το τζάντε μας εγίνηκε όλα στα κάρβουνα - ο vertzak όπως και λίγοι ακόμα πραγματικοί ζαντιώτες θα φάει μοσχάρι αυγολέμονο - καλό μήνα - καλή ανάσταση!


.