Πέμπτη 8 Απριλίου 2010
Μια «συνάντηση» στον Άγιο Λύπιο
Κ’ εδώ, τραβώντας κάποιος για το Καλητέρο και το μετόχι του Αγίου, φίλος-προσκυνητής απλός της Φύσης, της Ποίησης και των (όποιων) πνευμάτων, φέρνει στον νου και στην καρδιά τη μορφή (το «προσωπείο») και τον λόγο, τον θαυμαστά λυρικοσατιρικό, του Διονυσίου Σολωμού, του αυστηρού κριτή-ιδεαλιστή κ’ αισθαντικού «εγκάτοικου» στο πάλλευκο ξωκλήσι του Αγίου Λύπιου, έχοντας αθανατίσει τον χώρο ή το τοπίο του ως «σημείο» υποβλητικό, ρεαλιστικής και συμβολικής σημασίας ή διάστασης.
Και «συναντάμε» τον Ποιητή της Φαρμακωμένης και των Ελεύθερων Πολιορκημένων και τον ακούμε καθαρά να ονοματίζει της «αλυπίας» τον Άγιο τρεις φορές (όχι τυχαία) στο πρώτο κεφάλαιο της περίτεχνης Γυναίκας της Ζάκυθος, γράφοντας τα εξής:
«Εγώ Διονύσιος Ιερομόναχος, εγκάτοικος στο ξωκλήσι του Αγίου Λύπιου, είπα να περιγράψω ό,τι στοχάζουμαι λέγω:
Ό,τι εγύριζα από το μοναστήρι του Αγίου Διονυσίου, όπου είχα πάει για να μιλήσω με έναν καλόγερο για κάτι υπόθεσες ψυχικές,
Και ήτανε καλοκαίρι, και ήταν η ώρα οπού θολώνουνε τα νερά, και είχα φθάσει στα Τρία πηγάδια, και ήταν εκεί τριγύρου η γη όλο νερά […]
2. Και είδα πως ελάμπανε από πάνου μου όλα τ’ άστρα, και εξάνοιξα την Αλετροπόδα, οπού με ευφραίνει πολύ.
Και εβιάστηκα να κινήσω για το ξωκλήσι του Αγίου Λύπιου, γιατί είδα πως εχασομέρησα, και ήθελα να φθάσω για να περιγράψω τη γυναίκα της Ζάκυθος.
3. Έτσι εγώ έφθασα στο κελί του Αγίου Λύπιου παρηγορημένος από τες μυρωδίες του κάμπου, από τα γλυκότρεχα νερά και από τον αστρόβολον ουρανό, ο οποίος εφαινότουνα αποπάνου από το κεφάλι μου μία Ανάσταση.»
~•~
ΕΤΣΙ, μυστήρια και άρρηκτα, δένονται η ομορφιά, η αρμονία και η υποβλητική απλότητα του γύρω από τον Άγιο Λύπιο χώρου με το πνεύμα και την ψυχή, με τον «κόσμο» του μοναχικού και άγρυπνου Διονυσίου Σολωμού, με τον απέριττο (βιβλικής χροιάς) εξομολογητικό και καταγγελτικό του λόγο στη διαχρονικά «παρούσα» Γυναίκα της Ζάκυθος. Μ’ έναν τρόπο δηλ., που συνδυάζει ή συσχετίζει καίρια και εκφραστικά το θρησκευτικο-πατριωτικό στοιχείο με το έντονα φυσιολατρικό, το εξωτερικό-αντικειμενικό με το ατομικό-διαπροσωπικό, το ρεαλιστικό με το ψυχοπνευματικό (μεταφυσικό). Και ακόμη, το στοιχείο της αναζήτησης ή της διαπίστωσης του Δίκαιου και του Άδικου, της Ομορφιάς και της Ασχήμιας, της Καλοσύνης και της Κακίας, του υλικού και του άυλου, του αγγελικού και του διαβολικού κ.λ.π.
Και όλ’ αυτά, για να φανερωθεί από τον ανθρωπογνώστη και μύστη-Ποιητή η αλήθεια για τις πληγές και για τα θαύματα του κόσμου, καθώς και η παρήγορη μεταμορφωτική-αναστατική δύναμη της ζωής και της ύπαρξης, ακόμη και μέσα από ένα μικρής έκτασης μα γραφικό κ’ ελκυστικό τοπίο ή κομμάτι γης ζακυνθινής). Αυτό, που μπορεί για πολλούς να συνδέεται με το εκεί λαϊκό πανηγύρι της Κυριακής του Θωμά (ευχάριστο σε καιρούς αλλοτινούς αλλά παρακμασμένο -όπως τόσα και τόσα- στην αλλοτριωτική εποχή μας), μα που χάρη στον εμπνευσμένο και ηδύσημο λόγο του Σολωμού παραμένει εσαεί και σημείο αναφοράς για τη αίσθηση μίας Ανάστασης, βασισμένης στον σεβασμό προς τις ανθρώπινες αξίες και τα δωρήματα της φύσης. Αυτά ακριβώς, που παρηγόρησαν, σε ώρες λύπης περισσής, και τον Ιερομόναχο Διονύσιο (Σολωμό) στο ξωκλήσι ή στο κελί του Αγίου Λύπιου, σ’ ένα τοπίο αναγεννησιακής ή ρομαντικής απεικόνισης, όπως τότε ο Ποιητής το «είδε» και το έζησε (σαν μια «υπόθεση ψυχική» κι αυτό), με «μυρωδίες του κάμπου», με «γλυκότρεχα νερά» και «αστρόβολον ουρανό».
ΜΑΚΑΡΙ κ’ εμείς -και οι επόμενοι- να δούμε και να νιώσουμε, μέσα από την προσπάθεια και τη «συνάντηση» κάποιων σύγχρονων ρομαντικών για αναβίωση ενός ιστορικού πανηγυριού, εκεί στο Καλητέρο και στα λιόφυτα του Άι-Λύπιου, να επιβιώνει -και να παρηγορεί βαθύτερα- «κάτι», λίγο έστω, από αυτήν την ομορφιά της Φύσης, από τ’ ανθεκτικά και ανόθευτα του λαού μας στοιχεία κι από τα «μιλήματα» των Ποιητών μας, όπως αυτά τ’ ανεπανάληπτα του θαυμαστού ή του θαυματουργού «εγκάτοικου» και οραματιστή, στον κάποτε τόσο «ζωντανό» Άγιο Λύπιο, Διονυσίου Σολωμού.
ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΣΕΡΡΑΣ
Απρίλης 2006
.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου